ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΥΡΙΚΙΟΣ
menu

Από  την αριθμητική της ένδειας

Οκτώβριος 1996

Λέξεις 1320

Δημοσιεύθηκε στην Αυγή 25.10.1996     

            Τυχαίνει, συχνά, να βρεθούμε μπροστά σε αριθμούς που μας προκαλούν μιαν απότομη συγκινησιακή αναστάτωση. Τυχαίνει, επίσης συχνά, μόλις αντιληφθούμε ότι η αναστάτωση αυτή ξεπερνάει τα όρια αντοχής μας, να προβάλλουμε φραγμούς προστασίας από μια υπερβολική φόρτιση. Ετσι το μήνυμα προσπερνάται και ξεχνιέται.

Σε  πρωτοσέλιδο τίτλο εφημερίδας μεγάλης κυκλοφορίας   διαβάσαμε:

UNICEF:  ΣΤΟΙΧΕΙΑ-ΣΟΚ

13 εκ παιδιά σκοτώνει το χρόνο η πείνα

ΕΛΛΑΔΑ: ΧΑΜΗΛΗ Η ΒΡΕΦΙΚΗ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

Φρίκη προκαλούν τα στοιχεία της ετήσιας έκθεσης της UNICEF.

Στην   ίδια έκθεση, η Ελλάδα εμφανίζει τη χαμηλότερη βρεφική θνησιμότητα  ανάμεσα σε 22 βιομηχανικές χώρες

Οι υποσυνείδητες διεργασίες λειτούργησαν μαζί με το διάβασμα. Τα γράμματα έμειναν γράμματα, αφού δεν αντέχουμε το περιεχόμενο που αφορά τόπους ξένους, μακρινούς, και  υπερίσχυσε κανονικά το “ Εξω κι από μακριά”..... Αλλά και το υποσυνείδητο του συντάκτη λειτούργησε εξ ίσου κανονικά  αφού μετά το χαρακτηρισμό “φρίκη” για το περιεχόμενο του τίτλου σπεύδει ν’ αναγγείλει, καλοπροαίρετα,   ότι η βρεφική θνησιμότητα στην Ελλάδα είναι χαμηλή. Αυτόματος και ακούσιος αλλά άμεσος ο εφησυχαστικός διαχωρισμός........

            Ασφαλώς, το ίδιο θα πρέπει να έχει συμβεί σ’ όλο τον καλό κόσμο των “αναπτυγμένων χωρών” αφού μέσα στους μήνες που πέρασαν από τότε, δεν αναφέρθηκε κάποια αντίδραση που ν’ ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο που περικλείει αυτή η έκθεση, ούτε καν έγινε έστω και μια υπόμνηση. Η τρομερή πληροφορία δεν μας άγγιξε. Κανένα δεν άγγιξε.

            Πριν πενήντα χρόνια τελείωσε ο πενταετής παγκόσμιος πόλεμος που κόστισε 55εκατ. ψυχές. Ενας αριθμός που μας έφερνε ανατριχίλα και φούντωνε τα αντιπολεμικά μας αισθήματα. Η απλή αριθμητική μας λέει ότι το “13εκ. παιδιά πεθαίνουν το χρόνο” σημαίνει 65 εκ. στα πέντε χρόνια -όσα κράτησε ο καταραμένος πόλεμος-. Κι είναι μόνο παιδιά, χωρίς να λογαριάζουμε τους γύρω τους, που κι αυτοί πεινάνε, και  ότι η πληγή αυτή δεν σταματά στα πέντε χρόνια, αλλά συνεχίζεται. Γι αυτό και στις επίσημες στατιστικές βλέπουμε χώρες όπου το προσδόκιμο ζωής είναι γύρω στα  40 χρόνια.....

Κάποτε οι άνθρωποι αυτοί  ζούσανε μεν μέσα σε πρωτόγονες συνθήκες, αλλά ζούσανε. Πολλοί ήταν αποικιοκρατούμενοι  αλλά τα ξένα αφεντικά δεν είχαν φτάσει στο βαθμό αδηφαγίας κι ασυδοσίας που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη νοοτροπία των ισχυρών. Tότε οι αποικιοκράτες, υποκύπτοντας στις ιδεολογικές αρχές, που οι Σύμμαχοι θεσμοθέτησαν  για τις ανάγκες του πολέμου και του μεταπολεμικού κατευνασμού, δώσανε την Ελευθερία και Ανεξαρτησία στους λαούς, αφού πρώτα εξασφάλισαν συνθήκες και δεσμούς -πολιτικούς, στρατιωτικούς και οικονομικούς- τέτοιους που να ικανοποιούν τα υψηλά συμφέροντα τους, που γίνονται όλο και υψηλότερα, λόγω “σκληρών ανταγωνισμών”.

            Αυτή την αναλγησία των “σκληρών ανταγωνισμών” τη βλέπουμε κι έξω από την πόρτα μας: Η  GoodYear κλείνει την κερδοφόρα επιχείρηση της στη Θεσσαλονίκη κι απολύει το προσωπικό της χωρίς κανένα ενδοιασμό απλά και μόνο για να τη μεταφέρει σε άλλη χώρα όπου το κόστος εργασίας, και   η ”έλλειψη κοινωνικών διαταραχών” παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Νέοι νόμοι, γραπτοί και άγραφοι, της το επιτρέπουν αυτό,  σ’ αντίθεση μ’ αυτούς που ίσχυαν μέχρι  πριν από λίγα χρόνια, στην Ευρώπη, και απαγόρευαν σε μιαν επιχείρηση να κλείνει ή ν’ απολύει προσωπικό, παρά μόνο κάτω από ακραίες κι ελεγχόμενες συνθήκες. Ομως το οικονομικό σύστημα που επιβλήθηκε κάτω από το ευγενικό όνομα του Φιλελευθερισμού όχι  μόνο επιτρέπει τέτοια κοινωνική αναλγησία αλλά και την επιβάλλει για να θριαμβεύσει ο “σκληρός ανταγωνισμός” μέσα στην “Ελεύθερη Αγορά” που πανηγυρίζει τη χρεοκοπία της “κρατικής γραφειοκρατίας”. Η  Good Year  συντελεί έτσι, στη διατήρηση χαμηλών τιμών -χωρίς να παύει να φροντίζει για την αύξηση των κερδών, ώστε να παρουσιάσει ευρωστία και να προσελκύσει μετόχους- και χαίρονται γι αυτό οι θιασώτες  του φιλελευθερισμού αφού ικανοποιούνται οι καταναλωτές των ελαστικών αυτοκινήτου. Ομως μέσα στα 5,5 δισεκατομ. του πληθυσμού της Γης πόσους αγγίζει  αυτή η ευεργεσία  του Φιλελευθερισμού και, το κυριότερο, πώς αυτός συμπεριφέρεται γενικά στους αδύνατους;

Τα “αρπακτικά” - είναι ένας όρος που μπήκε στο ξένο λεξιλόγιο  - σπεύδουν να “βοηθήσουν” τις χώρες που έχουν ανάγκη μέσω κρατικών ή ιδιωτικών αλλά καλυπτόμενων πρωτοβουλιών και προσβάσεων. Μέσα σ’ ένα ανελέητο κυνήγι του κέρδους διαμορφώνεται μια άναρχη κατανομή του πλούτου που δημιουργεί  τα πιο επικίνδυνα για το μέλλον της ανθρωπότητας χάσματα. Μερικές χώρες ή κρατίδια μεταβάλλονται σε  κακοήθη μορφώματα όπου ανθεί η οικονομική ανάπτυξη μέσα σε μια πλήρη αδιαφορία για κάθε κοινωνική και ηθική  αξία, αφού το μόνο προϊόν που διαθέτουν είναι η εργασία που  το κόστος της πρέπει να μην υπερβαίνει ορισμένα όρια, για χάρη πάντα του  σκληρού ανταγωνισμού. Ταυτόχρονα προσφέρουν έδαφος για χρηματική δραστηριότητα. Οι περισσότερες όμως, και πολυπληθέστερες από τις “αναπτυσσόμενες χώρες” βλέπουν τις ελπίδες τους να σκοντάφτουν στην ανελέητη ισχύ του χρήματος. Η “βοήθεια” άλλαξε ακόμη και τ’ όνομα της και λέγεται “εξωτερικό χρέος”. Κι οι όροι σκληροί γατί η Ελεύθερη Αγορά  είναι απαραίτητα ....δεσμευμένη - δηλαδή, ούτε κι αυτή είναι ελεύθερη- από τους αδυσώπητους νόμους που ρυθμίζουν τις συναλλαγές.  Πολλές απ’ αυτές τις χώρες χαρακτηρίζονται από μιαν οικονομία που βασίζεται πάνω σ’ ένα ή ελάχιστα προϊόντα - γεωργικά ή ορυκτά-. Το χρέος δημιουργεί υποχρεώσεις. Για την εξόφληση του χρειάζονται δολάρια. Γι’ αυτό, αλλά και για μια προοπτική κερδοφόρας επένδυσης, καλλιέργειες που αναπτύχθηκαν για τον επισιτισμό εγκαταλείπονται  προς όφελος άλλων που παράγουν εξαγώγιμα προϊόντα. Ομως κι αυτές σε λίγα χρόνια, μπαίνουν στο παιχνίδι του ελεύθερου ανταγωνισμού και γίνονται ασύμφορες, ενώ τα προϊόντα από τις καλλιέργειες  που είχαν εγκαταλειφθεί εισάγονται τώρα με σκληρό συνάλλαγμα. Αλλες χώρες που βασίζονταν στην εξαγωγή πρώτων υλών βρέθηκαν κάποια στιγμή στην τραγική θέση να στερηθούνε αυτό το εισόδημα γιατί αυτές οι ύλες αντικαταστάθηκαν από άλλες χάρη στις τεχνολογικές προόδους ή γιατί παραμερίστηκαν από τον διεθνή ανταγωνισμό. Κι ο φτωχός λαός εγκαταλείπεται στην τύχη του γιατί δεν ανήκει σ’ εκείνους που διατηρούνε ακόμη το προνόμιο να επωφελούνται από “αντισταθμιστικά μέτρα” ή  από κάποια  μέριμνα  αλληλεγγύης......

            Στη Ρουάντα οι πόροι από εξαγωγές οφείλονται σχεδόν αποκλειστικά στον καφέ. Από το 1989 ως το 1993 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν) μειώθηκε από 330δολ/έτος σε 200/δολ/έτος ( πάνω από 100 φορές μικρότερο απ’ αυτό των ΗΠΑ ). Αυτό καθεαυτό το γεγονός  θα έπρεπε να είχε συνταράξει τη διεθνή κοινότητα, γιατί τέτοια εξέλιξη του ΑΕΠ  αποτελεί άκρως ανησυχητικό φαινόμενο, κι ακόμα περισσότερο όταν άρχισαν οι εμφύλιες ρήξεις που πήραν τη μορφή διαμάχης ανάμεσα σε δύο φυλές. Κι αυτό μένει στο μυαλό μας όταν ακούμε το όνομα “Ρουάντα” κι όταν θυμόμαστε τις εικόνες των σκηνών του  εμφύλιου πολέμου που κράτησε από τον Απρίλιο ως τον Ιούνιο 1994 και προκάλεσε εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και πάνω από δύο εκατομ. πρόσφυγες . Κανένας όμως δεν μίλησε για την ένδεια στην οποία βρέθηκε αυτός ο λαός, την αθλιότητα που προηγήθηκε και συνέβαλε στην όξυνση των σχέσεων που κατάληξαν στον πόλεμο. Οι άνθρωποι όταν ζούνε καλά βολεύουν τις μεταξύ τους αντιθέσεις. Οταν όμως τα πράγματα δεν πάνε καλά ο ένας τα βάζει με τον άλλο. Κι όταν το αντικείμενο της αντιπαλότητας τους σχετίζεται με την ίδια την επιβίωση τους, τότε η απόγνωση ωθεί στις πιο ακραίες αγριότητες, από τη μια μεριά, και στην παθητική εγκατάλειψη, από την άλλη.

            Ομως καμιά καμπάνα, απ’ αυτές που δίνουν οι επίσημοι αριθμοί, δεν χτυπά γι’ αυτούς που ρυθμίζουν τις τύχες του κόσμου. Ούτε όταν το χάσμα ανάμεσα στις τύχες των πλούσιων και φτωχών χωρών ευρύνεται  υπερτροφικά.            Από το 1960 ως το 1989 η μερίδα του παγκόσμιου εισοδήματος που αναλογεί στο 20% του παγκόσμιου πληθυσμού  με τα ανώτερα  εισοδήματα περνά από το 70% σε  83% ενώ για το 20% με τα κατώτερα περνά από 2,3% σε 1,4  . Αυτό δεν σημαίνει τίποτε γι αυτούς που ελέγχουν τις τύχες της Γης;

            Λένε πως οι αριθμοί κουράζουν και γι’ αυτό τους αποφεύγουν. Εδώ δεν αποφεύγονται αλλ’ απλώς περιορίζονται σε λίγα αλλά συνταρακτικά εύγλωττα. Συμπληρώνονται μόνο με μιαν άλλη στατιστική ένδειξη που αφορά την παιδεία : Στις επίσημες στατιστικές του ΟΗΕ δίδεται  ο μέσος όρος των ετών φοίτησης σαν δείκτης του βαθμού εκπαίδευσης. Ενδεικτικά έχουν :   οι ΗΠΑ  12,4  έτη, η Ελλάδα  7,  οι Ινδίες 2,4, το Πακιστάν 1,9 (δείκτες του 1992)!!.... Είναι γνωστό πως οι τρεις τελευταίες τροφοδοτούν μ’ επιστήμονες την πρώτη, όπως κι άλλες προηγμένες χώρες. Αυτό δείχνει τη σημασία που έχει η εκπαίδευση στο σύγχρονο κόσμο που όμως απ αυτήν επωφελούνται κυρίως οι μεγάλοι αντλώντας κι από το  περιορισμένο δυναμικό άλλων χωρών.

Οκτώβριος 1996