ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΥΡΙΚΙΟΣ
menu

Το πρόβλημα  της  μετανάστευσης

και η οικουμενική του διάσταση

Λέξεις 2400

                       

Ενα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα πολλές χώρες είναι αυτό της Μετανάστευσης. Το φαινόμενο δεν είναι νέο, κι οι λόγοι που το προκαλούν είναι, βασικά,  ανάλογοι μ’ αυτούς που προκαλούν την αστυφιλία, και δεν είναι μόνο οικονομικοί ή μόνο κοινωνικοί ή μόνο πολιτικοί ή μόνο ψυχολογικοί. Είναι ένα σύμπλεγμα ωθήσεων για μετάβαση προς βιοτικές δυνατότητες μεγαλύτερου και ευνοϊκότερου φάσματος προσαρμογής. Στην περίπτωση όμως μαζικής μετανάστευσης οι οικονομικοί λόγοι, συνηθέστερα, υπερέχουν των άλλων.

Οπως, συνήθως και δυστυχώς, συμβαίνει με όλα τα Κοινωνικά  προβλήματα, η έννοια ‘’Μετανάστευση’’ παίρνει για τους πολίτες των χωρών υποδοχής, συχνά, ένα διαστρεβλωμένο περιεχόμενο ανάλογα με τις παρορμήσεις που  δημιουργούνται στον ερμηνευτή του όρου.  Ξεχνιέται ολότελα το πρώτο σκέλος του φαινομένου που είναι η εγκατάλειψη του τόπου προέλευσης των μεταναστών και μένουν οι εντυπώσεις από τις συνέπειες της παραμονής τους στο έδαφος υποδοχής, νόμιμης, παράνομης ή ημιπαράνομης.

Ορισμένα παραδείγματα που μας είναι πολύ οικεία θα  μας βοηθήσουν να σχηματίσουμε μια πιο συνεπή εικόνα του σημαντικού αυτού φαινομένου. Ας αρχίσουμε από το πλησιέστερο που αφορά τους Αλβανούς μετανάστες. Η γειτονική μας χώρα πέρασε, πριν από λίγα χρόνια απότομα, από ένα καθεστώς ‘’Λαϊκής Δημοκρατίας’’ σε μια ρευστή κατάσταση ‘’Ελεύθερης Οικονομίας’’, με ό,τι αυτό μπορούσε να σημαίνει σε σύγχυση και ανάγκη μιας κάποιας μορφής επιβίωσης για τους κατοίκους της. Πολλοί απ’ αυτούς επέλεξαν την μετανάστευση στις δύο, κυρίως,   γειτονικές   τους   χώρες  που  μπορούν  να   τους προσφέρουν μια κάποια ευκαιρία και μια φιλοξενία νόμιμη, παράνομη ή ημιπαράνομη: την Ιταλία και την πλησιέστερη  Ελλάδα. Το ταξίδι, πολλές φορές επικίνδυνο κι η υποδοχή  ανάλογη με τη διαθεσιμότητα σε εργατικά χέρια στον τόπο άφιξης. Με ψυχισμό κυνηγημένων από τη μοίρα αρκούνται σε συνθήκες μιας ταπεινής διαβίωσης και σε μικρές απολαβές ενώ ταυτόχρονα δείχνουν ζήλο  και προθυμία με την ελπίδα να εξασφαλίσουν μια κάποια εύνοια από τους εργοδότες. Αυτοί πάλι βρίσκουν την ευκαιρία είτε να μετριάσουν τη διάρκεια ή ένταση της δικιάς τους εργασίας ή να μειώσουν το εργατικό κόστος αντιμετωπίζοντας έτσι το άγχος του σκληρού ανταγωνισμού στον οποίο υποβάλλονται από το κατεστημένο οικονομικό σύστημα. Εκείνο που κυρίως ενδιαφέρει τους μετανάστες είναι να στείλουν στην οικογένεια τους λίγο συνάλλαγμα. Ετσι δουλεύοντας και διαβιώνοντας σκληρά κατορθώνουν όχι μόνο να εκπληρώσουν αυτόν τον σκοπό αλλά και να κάνουν μερικές αποταμιεύσεις στην πατρίδα τους, όπου επιστρέφουν εποχιακά, σε πολλά υποσχόμενες παρατράπεζες. Μια μέρα αντιλαμβάνονται ότι οι αποταμιεύσεις τους μπήκαν σε ταμεία επιτηδείων και χάθηκαν γι’ αυτούς. Και τότε έγινε μια απρόβλεπτη επανάσταση, τέτοιας εμβέλειας που ανατράπηκε η κυβέρνηση, διαλύθηκε ο στρατός, και τα όπλα του σκορπίστηκαν, ενώ άνοιξαν οι πόρτες των φυλακών και μαζί με τους πολιτικούς κρατούμενους βγήκαν και οι ποινικοί. Ταυτόχρονα κατέφθασαν λαθρέμποροι όπλων και λοιπών ‘’αγαθών’’ από παντού για να μη χάσουν τις ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν και ν’ αναπτύξουν τις δικές τους πρωτοβουλίες’’. Ετσι κοντά στους μετανάστες και την προσφυγική μοίρα τους αναπτύσσεται κι η εγκληματικότητα η οποία παρά τον διεθνή χαρακτήρα της χρεώνεται σχεδόν αποκλειστικά στους μετανάστες χωρίς να   προκαλέσει  ερωτήματα   ως  προς τις γενεσιουργές αιτίες. Κατασταλάζει σε πολλές συνειδήσεις ότι κανείς άλλος δεν φταίει,  αγνοούν την προεργασία του εδάφους όπου φυτρώνουν οι εγκληματικές τάσεις και ξεχνάνε: τις παρατράπεζες που δρουν ανάμεσα σε νομιμότητα και παρανομία, την ξέφρενη ροπή που καλλιεργείται προς το χρηματικό κέρδος κι έδωσε παγκόσμια ώθηση στην εγκληματικότητα και τη διαφθορά, έτσι που  πήραν κι αυτές πολυεθνική μορφή, και την έκταση που παίρνει η ένδεια και φέρνει απόγνωση τέτοια που να διευκολύνει τα παραστρατήματα και την παρανομία......

Ας προσεγγίσουμε τώρα την περίπτωση των προσφύγων που προέρχονται από την  Ανατολή. Κι αυτοί ζητούν να βρουν μια καλλίτερη τύχη, αν εξαιρέσουμε τους Κούρδους για τους οποίους συντρέχουν και πολιτικοί λόγοι. Ομως το ταξίδι τους είναι πιο μεγάλο και πιο επικίνδυνο. Κοστίζει μάλιστα, για να πληρωθούν ναύλα και, κυρίως, λαθρομεταφορείς, πολλές φορές την τιμή του ετήσιου κατά κεφαλήν εισοδήματος της χώρας τους. Κάτι που δείχνει ότι δεν προέρχονται από τα κοινωνικά στρώματα τα πιο φτωχά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το διάβημά τους δεν οφείλεται σε οικονομικές ωθήσεις. Ομως η ανάγκη για μετανάστευση δεν είναι γι' αυτούς τόσο μεγάλη όσο για τους Αλβανούς. Γιατί όμως αναπτύσσεται αυτό το κύμα μετανάστευσης; Γιατί εκτός από τη θεμιτή τάση για μετάβαση σε χώρες με ευρύτερους βιοτικούς ορίζοντες υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες όπως: Η  ανοχή, αν όχι ενθάρρυνση, της χώρας προέλευσης γιατί εξασφαλίζει μια ροή ‘’μεταναστευτικού συναλλάγματος’’, η ανοχή της χώρας υποδοχής γιατί εξυπηρετούνται ορισμένα στρώματα της κοινωνίας και επωφελείται η ‘’ανταγωνιστικότητα’’, η ανάπτυξη  επιχειρήσεων ‘’ιδιωτικής πρωτοβουλίας’’ που αναλαμβάνουν την πραγματοποίηση του ονείρου και κάνουν τις  κατάλληλες   προσπάθειες  για   να αυξήσουν τον κύκλο εργασίας διαφημίζοντας με τα καλλίτερα χρώματα, ως είθισται, το εμπόρευμά τους παραπλανώντας, και πάλι ως είθισται, τους πελάτες τους.

Ας μη  ξεχνάμε  τους μετανάστες που ξεκίνησαν από πολύ παλιά και συνεχίζουν να ξεκινούν από την χώρα μας και μάλιστα με πιθανότητες να χάσουν αργά ή γρήγορα, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, την επαφή με την καταγωγή τους. Ομως το φαινόμενο δεν δημιουργεί, στις μέρες μας, ιδιαίτερη αίσθηση παρά την τεράστια έκταση που παρουσιάζει σε σχέση με το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού. Αναφέρουμε απλώς το γεγονός για να τονίσουμε τον φυσιολογικό χαρακτήρα του φαινομένου της μετανάστευσης, το οποίο δεν είναι τέτοιας μορφής που να θεωρείται παροδικό και εύκολο να ελεγχθεί.  Κι αυτό γιατί δεν μπορεί ν’ απομονωθεί από τα μεγάλα προβλήματα που συγκλονίζουν σήμερα  την  Οικουμένη· κι αν θέλουμε να το προσεγγίσουμε με πνεύμα εποικοδομητικό, προς το συμφέρον όλων, θα δούμε ότι χρειάζεται να το εντάξουμε στα οικουμενικά προβλήματα που επιβάλλουν για την αντιμετώπιση τους μια παγκόσμια Διαχείριση -Περιβάλλον, Ειρήνη, Οικονομία, Κατανομή πόρων, Ενδεια, Υγεία, αντιμετώπιση κινδύνων που προέρχονται από επιστημονικές ανακαλύψεις,  Ελευθερία για όλους κι όχι μόνο για τους ισχυρούς, δηλ Δημοκρατία σε όλες τις κλίμακες...-

Ας ξαναγυρίσουμε στις χώρες προέλευσης. Οταν έχουμε μαζικές εγκαταλείψεις μιας χώρας από τους ίδιους τους πολίτες της αυτό σημαίνει ότι αυτή η χώρα έχει ελλείψεις που  άπτονται μιας γενικότερης ανάγκης γι ανάπτυξη. Ταυτόχρονα θα πρέπει ν’ αναγνωρίσουμε σ’ αυτούς που την εγκαταλείπουν ορισμένες θετικές ιδιότητες του χαρακτήρα τους που χωρίς αυτές δεν θα πραγματοποιούσαν το εγχείρημα. Είναι: αποφασιστικοί, θαρραλέοι κι εργατικοί ενώ κατορθώνουν να έρθουν σ’ επαφή με νέες συνθήκες και να προσαρμόζονται σε νέες καταστάσεις. Αν η χώρα τους προσέφερε δυνατότητες ν’ αναπτύξουν αυτά τους τα χαρίσματα αυτοί οι άνθρωποι δεν θα έφευγαν και θα έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξή της. Μ’ αυτή την έννοια, η εγκατάλειψη της χώρας τους αποτελεί γι αυτήν μια διαφυγή δυναμικού.

Αν η διαφυγή αυτή ενδέχεται να θεωρηθεί ασήμαντη εκείνη που συντελείται με την μετανάστευση επιστημόνων από αυτές τις χώρες απεικονίζει μιαν αφαίμαξη επιστημονικού δυναμικού προς όφελος των ισχυρών χωρών (Brain Drain). Με υποτροφίες αλλά και με κίνητρο το χάσμα ανάμεσα στα βιοτικά επίπεδα κι ανάμεσα στ αντίστοιχα νομίσματα, πολλές επιστημονικές μονάδες αλλά και παραγωγικές επανδρώνονται με επιστήμονες που προέρχονται από φτωχές χώρες που τους στερούνται σε δραματικό βαθμό αν ερμηνεύσουμε κατάλληλα τα παρακάτω στατιστικά στοιχεία που παραθέτουμε για παράδειγμα:

Ετη φοίτησης στην ανώτατη εκππαίδευση: στις ΗΠΑ 12,4,  στην  Ινδία 2,4, στο Πακιστάν 1,9 

Είναι γνωστή, όμως, η παρουσία επιστημόνων από αυτές τις χώρες σε επιστημονικά κέντρα έρευνας ή σε παραγωγικές ή κατασκευαστικές μονάδες. Κι όμως βλέπουμε, στο παράδειγμα αυτό πόσο επωφελούνται οι  ισχυρές χώρες και πόσο ζημιώνονται οι άλλες σ’ ένα παιχνίδι θεμιτών κι ελεύθερων διεργασιών. Αν όμως μέσα στο παιχνίδι αυτό των ελεύθερων διεργασιών, το οποίο δεν στερείται περιορισμών για την εξασφάλιση των επιλεγμένων ‘’ελευθεριών’’ που επιβάλλουν οι ισχυροί, ληφθεί αντί αυτών μέριμνα για την ανάπτυξη των χωρών που ονομάζονται "αναπτυσσόμενες’’, τότε και η διαφυγή δυναμικού από τις χώρες αυτές, επιστημονικού ή άλλου, θα  περιοριστεί  ενώ ταυτόχρονα κάποιο δυναμικό των ισχυρών χωρών θ’ απασχοληθεί με την ανάπτυξη των άλλων αμβλύνοντας έτσι το πρόβλημα της ανεργίας που τις μαστίζει.

Βλέπουμε ότι υπάρχουν τεράστια προβλήματα που δημιουργούνται από το φαινόμενο της Μετανάστευσης. Εκείνο όμως που το τοποθετεί σε ανώτερη κλίμακα ως προς τον χώρο, τον χρόνο και τις απώτερες συνέπειες είναι το δημογραφικό. Είναι αναπόφευκτη η δημιουργία, με τον χρόνο, προβλημάτων που πρέπει ψύχραιμα να τα μνημονεύσουμε  χωρίς να παρασυρόμαστε από τον φόβο μήπως προβάλλουμε επιχειρήματα που στηρίζουν το ρασισμό. Το πρώτο είναι ο εργασιακός ανταγωνισμός ο οποίος εμφανίζεται με τη διπλή μορφή: της απορρόφησης θέσεων εργασίας σε βάρος πολιτών της χώρας υποδοχής, που μαστίζεται ήδη από την ανεργία, και της υποβάθμισης των συνθηκών εργασίας - πτώση ημερομισθίων, αύξηση απαιτήσεων εργοδότη και μείωση του κύρους των ανέργων που αναζητούν εργασία-.

Υπάρχουν ορισμένες λεπτομέρειες που αφορούν τη συμβίωση των μεταναστών με λαϊκά στρώματα, στις συνοικίες των οποίων καταφεύγουν. Παρά τη συμπάθεια και την αλληλεγγύη που οι τελευταίοι προσφέρουν έρχονται αργά ή γρήγορα αντιμέτωποι με προβλήματα στα σχολεία όπου, όταν αυξάνεται ο αριθμός των αλλοδαπών μαθητών η ελλειπής γνώση της γλώσσας καθυστερεί την πρόοδο της διδασκαλίας. Επίσης στην ίδια τη συγκατοίκηση δημιουργούνται προβλήματα από το γεγονός ότι οι μετανάστες,  για λόγους οικονομίας μαζεύονται υπεράριθμοι σ’ ένα διαμέρισμα, κι όπως οι οικοδομές, ιδιαίτερα σ’ αυτές τις συνοικίες, δεν έχουν αποτελεσματικές μονώσεις   ήχου, αρχίζουν να ενοχλούνε, με συνέπεια οι ενοχλήσεις αυτές     να    προστεθούν   σε   άλλες   αιτίες    που    μπορούν    να προκαλέσουν τάσεις απόρριψης αλλά και ροπή προς εναγκαλισμό πολιτικών θέσεων της άκρας  δεξιάς.

Αναφέραμε στην αρχή του κειμένου ότι η μετανάστευση είναι ένα φαινόμενο ανάλογο μ’ αυτό της αστυφιλίας. Πράγματι οι πολίτες της υπαίθρου των υπανάπτυκτων χωρών δεν χωρούν στον τόπο τους και ωθούνται προς την εγκατάλειψή του. Η ίδια η χώρα τους, όντας υπανάπτυκτη, στερείται υποδομής για να γίνεται δυνατή η ανάπτυξη πρωτοβουλιών τοπικά, γι αύτό κι αναπτύσσεται μια άγρια αστυφιλία που εκφράζεται με πόλεις τέρατα (ονομαστές είναι: η Βομβάη, η Καλκούτα, η Μπραζίλια). Αν υπήρχε αναπτυγμένη υποδομή, ή έστω και σε πρώτο στάδιο ανάπτυξη υποδομής, τότε και η αστυφιλία και η μετανάστευση θα μετριάζονταν. Ετσι γίνεται εμφανής η εξάρτηση του φαινομένου από τον βαθμό ανάπτυξης της χώρας προέλευσης και η σύνδεσή του μ’ ένα άλλο οικουμενικό πρόβλημα που είναι αυτό της ανάπτυξης όλων των χωρών.

Μακροπρόθεσμα η μετανάστευση δημιουργεί δημογραφικές αλλοιώσεις και ανάπτυξη μειονοτήτων οι οποίες όμως δεν προστατεύονται στην πράξη. Δυστυχώς η Διεθνής Κοινότητα αφέθηκε να παρασυρθεί από τους κρατούντες και άφησε τις μειονότητες να καταστούν πεδία διπλωματικών ραδιουργιών που στοχεύουν στην ενίσχυση της κυριαρχίας τους. Ετσι αντί  να ενισχύσουν την υποστήριξη και ασφάλεια των μειονοτήτων και εθνοτήτων, έκαναν το παν για να διασπάσουν χώρες και λαούς.

 Πριν ακόμη τελειώσει ο πόλεμος, παρά τις επαγγελίες ιδιαίτερα της τότε κρατούσης Μ. Βρετανίας, μεθοδευόταν η διάσπαση των Ινδιών κι η δημιουργία νέας εστίας για κυριαρχία στη Μ. Ανατολή με τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ σε βάρος του αραβικού πληθυσμού. Τα επιτεύγματα του Γκάντι, παρά την τεράστια επιτυχία που είχαν, ενώνοντας όλες τις   εθνότητες   των   Ινδιών   σ’ ένα κοινό αγώνα για τα δικαιώματα τους  δεν βρήκαν την πρέπουσα υποστήριξη από τους προοδευτικούς του υπόλοιπου κόσμου που ήταν περισσότερο απορροφημένοι από τις δικές τους αντιλήψεις για μια μορφή πάλης κομμένη και ραμμένη αποκλειστικά πάνω στην ‘’πάλη των τάξεων’’. Η κατάρρευση του ‘’υπαρκτού σοσιαλισμού’’ έδωσε άλλη ευκαιρία εθνικιστικών εξάρσεων τόσο στην πρώην Σοβιετική Ενωση  όσο και σε άλλες χώρες (Τσεχοσλοβακία, Γιουγκοσλαβία). Το πρόβλημα των μειονοτήτων αντί να βρει τη λύση του στην παγκόσμια αναγνώριση του, στην έκταση που του αρμόζει, και στη θέσπιση κανόνων συμβίωσης με διεθνείς εγγυήσεις, αφέθηκε να γίνει κι αυτό όργανο εξυπηρέτησης συμφερόντων ισχυρών κρατών. Έτσι εθνότητες πολυπληθείς, όπως αυτή των Κούρδων, αγνοούνται ενώ ταυτόχρονα οδηγούνται σε πολυμερή διάσπαση, ενώ τα 18% των Τουρκοκυπρίων δικαιολογούν τη μεθόδευση διάσπασης ενός νησιού  σχετικά μικρού.

Ολ’ αυτά δείχνουν την ανάγκη αντιμετώπισης του προβλήματος της Μετανάστευσης σαν ένα από τα μεγάλα οικουμενικά προβλήματα που επιβάλλουν μια δρομολόγηση για τη λύση τους. Κι η ανάγκη αυτή φτάνει σε όρια που δεν μπορεί πια ν’ αγνοηθεί.  Προϋπόθεση για την επίλυση των προβλημάτων αυτών είναι η ανάπτυξη όλων των καθυστερημένων  χωρών μέσα από μια οικουμενική δημοκρατική διαχείριση που θα στοχεύει σε μια πορεία σύγκλισης των οικονομιών. Βασισμένη σε κατάλληλους σχεδιασμούς θα πρέπει να διασφαλίζει φυσιολογικές διεργασίες, με σεβασμό αρχών και δικαιωμάτων που διακηρύσσονται στα έγγραφα που θεσπίστηκαν από τα κορυφαία Διεθνή όργανα στο τέλος του παγκόσμιου πολέμου κι όχι σ’ εκείνα που επεβλήθηκαν αργότερα και αντιβαίνουν στο πνεύμα των πρώτων. (NATO, 7Μεγάλοι, κτλ )

Υπάρχουν σταθμοί στην πρόσφατη Ιστορία που δείχνουν ότι η Οικουμένη μπορεί να επωφεληθεί από συλλογικά μέτρα που παίρνονται με πρωτοβουλία των ίδιων των Ισχυρών, ιδιαίτερα όταν η κατάσταση φτάνει στο απροχώρητο, και με τα οποία ευνοούνται όλοι οι συμβαλλόμενοι εταίροι: Το Νιού Ντήελ του Φρ. Ντ. Ρούζβελτ, οι διακηρύξεις που αποτέλεσαν την ιδεολογική θωράκιση των Συμμάχων στο 2ο Παγκόσμιο πόλεμο,  το σχέδιο Μάρσαλ, η Ευρωπαϊκή Ενωση που αποτελεί τουλάχιστο ένα παράδειγμα σχεδιασμένης ολοκλήρωσης σ’ αντίθεση με τη βάρβαρη επέλαση της ‘’παγκοσμιοποίησης’’ της οικονομίας. Αν από τις διεργασίες ολοκλήρωσης της ΕΕ έλειπαν οι εξόφθαλμες ενέργειες επιβολής των ισχυρότερων πάνω στους άλλους τ’ αποτελέσματα θα ήταν καλλίτερα. Γι αυτό εκείνο που αποτελεί  μεγάλο έλλειμμα στην οικουμενική ζωή είναι ένα πνεύμα οικουμενικής δημοκρατίας που χάθηκε με τον σφετερισμό και την αποτελμάτωση  του  ΟΗΕ από τους ισχυρούς και ειδικότερα από τις ΗΠΑ. Κι αυτό δεν πρέπει ν’ αποδίδεται μόνο στις ενέργειες των ισχυρών αλλά και στις αδυναμίες των ‘’λαών’’ που μένουν απροσανατόλιστοι και σκορπισμένοι μπροστά στις προκλήσεις της κάθε εποχής. Θα τολμήσουμε να πούμε ότι  σ’ αυτό συνέτεινε το γεγονός ότι  οι πολιτικοί εκπρόσωποί τους αδυνατούν να παρακολουθήσουν τις ενέργειες εκείνες που δημιουργούν τελικά καταστάσεις μπροστά στις οποίες δεν μπορούν να κάνουν τίποτε. Ας διερωτηθούμε πως μπόρεσε η παγκόσμια  οικονομία να φτάσει στο σημείο ώστε να εκπέμπονται τώρα από τους ίδιους τους ισχυρούς εκκλήσεις γι’ αναθεώρηση της φιλελεύθερης   πορείας...   Εκείνο που συμβαίνει    στην πραγματικότητα είναι ότι: oι  ισχυροί, έστω και την τελευταία στιγμή  υποχρεώνονται σε λήψη μέτρων, σε αλλαγή πορείας διατηρώντας την πρωτοβουλία ή τουλάχιστο τον έλεγχο. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι πρώτες φωνές για αναθεώρηση του οικονομικού καθεστώτος ύστερα από τις πρόσφατες χρηματιστικές κρίσεις προέρχονται ακριβώς από τους ίδιους. Και μέσα από τα σπλάχνα της κερδοσκοπίας αναπηδά, για πρώτη φορά από τη βασιλεία του φιλελευθερισμού, η απαίτηση για έλεγχο στις οικονομικές διεργασίες και για κοινωνική μέριμνα . Κι αυτό μπορεί να εξηγηθεί με την ανάγκη που αισθάνονται να εξασφαλίσουν τα κεκτημένα τους που κινδυνεύουν από την ανασφάλεια στην οποία τώρα υπόκεινται. Εκείνο που είναι λυπηρό είναι ότι οι πρωτοβουλίες τους μένουν ανεξέλεγκτες από άλλες δυνάμεις που θα έπρεπε να έχουν κάποιο λόγο στις ζυμώσεις που γίνονται και θα φρόντιζαν για καλλίτερες λύσεις αλλά και για να μην έχουμε ύστερα από μια σύντομη φάση εκλογίκευσης μιαν υποτροπή ή  και  εκτροχιασμούς. Κι αυτό θα συμβαίνει όσο θ’ αγνοείται η οικουμενική διάσταση των προβλημάτων μ όλες τις αλληλεξαρτήσεις τους και θα καταπατούνται από τους ισχυρούς τα Δικαιώματα του Ανθρώπου όπως αυτά διακηρύσσονται από τα κορυφαία  έγγραφα του ΟΗΕ.

Νοέμβριος 1998